Οι εξετάσεις COVID-19 που μπορούν να αναγνωρίσουν τον ιό SARS-CoV-2 χωρίζονται σε δυο ευρείες κατηγορίες δοκιμασίων, σε εκείνες που ανιχνεύουν την παρουσία του ίδιου του ιού και εκείνες που ανιχνεύουν τα αντισώματα του ιού.
Οι δοκιμασίες που ανιχνεύουν την παρουσία του ίδιου του ιού είναι πλέον σε όλους μας γνωστές ως μοριακές. Ανάλογα με τη μεθοδολογία κατηγοριοποιούνται σε RT-PCR και ενίσχυση ισοθερμικού νουκλεϊκού οξέος. Υπάρχει όμως και η γρήγορη ανίχνευση αντιγόνου. Σε όλες χρησιμοποιείται ρινοφαρυγγικό επίχρισμα.
Η μοριακή εξέταση PCR (αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης) είναι μια διαδικασία που αναγκάζει ένα πολύ μικρό καλά καθορισμένο τμήμα DNA (γενετικού υλικού) να πολλαπλασιαστεί ή να πολλαπλασιαστεί πολλές εκατοντάδες χιλιάδες φορές, οπότε υπάρχει αρκετό για να ανιχνευθεί και να αναλυθεί. Οι εξετάσεις αυτές είναι διαδεδομένες πλέον και την Ελλάδα την τελευταία δεκαετία.
Κατά τη διάρκεια μιας εγκυμοσύνης τα τελευταία 10 χρονιά, μοριακές εξετάσεις από την πιο απλή, της κυστικής ίνωσης έως τις πιο πολύπλοκες όπως της θρομβοφιλίας, κάτι έχουμε ακούσει ή κάνει. Οι εξετάσεις μοριακής είναι υψηλού κόστους και υψηλής διαγνωστικής αξίας, τις εκτελείς μια φορά στη ζωή σου και το αποτέλεσμα είναι για πάντα αυτό. Το γενετικό υλικό μας δεν αλλάζει.
Οι ιοί όπως ο SARS-CoV-2 δεν περιέχουν DNA αλλά μόνο RNA. Ο ιός είναι παθογενετικός παράγοντας που δρα μολύνοντας τα κύτταρα ενός οργανισμού, ενσωματώνοντας το γενετικό του υλικό στο γονιδίωμα αυτών και χρησιμοποιώντας τα για τον πολλαπλασιασμό του και για την επιβίωση του.
RT-PCR (αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης αντίστροφης μεταγραφής) είναι μια τεχνική που χρησιμοποιεί πρώτα αντίστροφη μεταγραφή για να μετατρέψει το RNA σε DNA και στη συνέχεια χρησιμοποιεί τη PCR για να ενισχύσει ένα κομμάτι του προκύπτοντος DNA, δημιουργώντας αρκετά αντίγραφα ώστε να εξεταστεί και να προσδιοριστεί εάν ταιριάζει με τον γενετικό κώδικα του SARS-CoV-2.
Η ενίσχυση ισοθερμικού νουκλεϊκού οξέος, όπως και η PCR, ενισχύουν ένα κομμάτι συγκεκριμένο του γονιδιώματος του ιού, είναι ταχύτερη από την PCR και ανιχνεύει μόνο τις ενισχυμένες ακολουθίες ιών χρησιμοποιώντας ετικέτες φθορισμού σε εξειδικευμένους αναλυτές (μηχανήματα). Ακουστές και ως γρήγορες PCR.
Η γρήγορη ανίχνευση (rapid test) Αντιγόνου μέσω ανοσοχρωματογραφίας είναι η δοκιμασία που αναζητεί το τμήμα ενός παθογόνου που προκαλεί ανοσοαπόκριση (αντίδραση). Οι δοκιμασίες αυτές αναζητούν πρωτεΐνες από την επιφάνεια του ιού, επιφανειακές αιχμές. Μία από τις δυσκολίες της μεθόδου ήταν η εύρεση ενός πρωτεϊνικού στόχου μοναδικού για το SARS-CoV-2.Τα δείγματα εκτίθενται σε ταινίες χαρτιού που περιέχουν τεχνητά αντισώματα σχεδιασμένα να συνδέονται με αντιγόνα κοροναϊού. Τυχόν αντιγόνα που εντοπιστούν θα συνδεθούν σε λωρίδες και θα δώσουν οπτική ανάγνωση. Η διαδικασία διαρκεί λιγότερο από 30 λεπτά, μπορεί να προσφέρει αποτελέσματα επί τόπου και δεν απαιτεί ακριβό εξοπλισμό ή εκτεταμένη εκπαίδευση.
Στους αναπνευστικούς ιούς συχνά δεν υπάρχει αρκετό υλικό αντιγόνου στο ρινικό επίχρισμα ώστε να είναι ανιχνεύσιμο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για άτομα που είναι ασυμπτωματικά και έχουν πολύ λίγη ή καθόλου ρινική εκκένωση. Σύμφωνα με το FDA, τα θετικά αποτελέσματα από δοκιμές αντιγόνων είναι πολύ ακριβή, αλλά υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα ψευδών αρνητικών, επομένως τα αρνητικά αποτελέσματα δεν αποκλείουν τη μόλυνση. Τα αρνητικά αποτελέσματα από μια δοκιμή αντιγόνου μπορεί να χρειαστεί να επιβεβαιωθούν με μια δοκιμή PCR.
Οι περιορισμοί της μεθόδου της γρήγορη ανίχνευση (rapid test) αντιγόνου μέσω ανοσοχρωματογραφίας τα καθιστούν ως τελευταία διαθέσιμη επιλογή. Οι δοκιμές RT-PCR είναι ακριβείς, αλλά απαιτείται πολύς χρόνος, ενέργεια και εκπαιδευμένο προσωπικό για την εκτέλεση των δοκιμών. Τα δείγματα αποστέλλονται σε συγκεκριμένα κέντρα και η αναμονή των αποτελεσμάτων είναι σε ημέρες.
Οι δοκιμές ενίσχυσης του ισοθερμικού νουκλεϊκού οξέος μπορούν να επεξεργαστούν από ένα έως τέσσερα δείγματα κάθε φορά ανά μηχανή. Οι δοκιμασίες απαιτούν από 15 – 45 λεπτά ανάλογα με το πρωτόκολλο της εξέτασης, εκτελούνται εντός του εργαστήριου από εκπαιδευμένο προσωπικό και δεν απαιτείται η μεταφορά του δείγματος με κινδύνους αλλοίωσης ή καταστροφής του δείγματος. Ολοκληρώνοντας, οι μοριακές δοκιμασίες για την εξέταση COVID-19 ανιχνεύουν την παρουσία του ιού εντός του οργανισμού αυτή την στιγμή.